Παραπληροφόρηση και λανθασμένες αντιλήψεις επικρατούν σε μεγάλη μερίδα του πληθυσμού για την πλαστική χειρουργική της μύτης (ρινοπλαστική), στην οποία πολλοί θα ήθελαν να προχωρήσουν, για λειτουργικούς ή αισθητικούς λόγους, αλλά διστάζουν. Αποτέλεσμα είναι να νοιώθουν δυσάρεστα, να υπομένουν μια εικόνα που δεν τους αρέσει, να ταλαιπωρούνται και να υποβαθμίζουν την ποιότητα της ζωής τους.
Όπως μας εξηγεί ο πλαστικός χειρουργός προσώπου – ΩΡΛ Δρ. Γεώργιος Μοιρέας, οι άνθρωποι που είτε έχουν ανατομικά ρινικά προβλήματα τα οποία δυσκολεύουν την αναπνοή τους, είτε δεν είναι ικανοποιημένοι από το σχήμα και το μέγεθος της μύτης τους συχνά αμφιταλαντεύονται και δεν αποφασίζουν να υποβληθούν σε ρινοπλαστική, υπό τον φόβο του πόνου, του άγνωστου αποτελέσματος και της γνώμης του περιβάλλοντός τους, αλλά ουσιαστικά εξαιτίας της πλημμελούς ενημέρωσής τους. Έτσι ανέχονται μια κατάσταση που τους προκαλεί λύπη, ενόχληση ακόμα και αποστροφή, που μπορεί ακόμα και να υπονομεύσει το μέλλον τους. Όμως, είναι αλήθεια ότι:
Δεν είναι οδυνηρή επέμβαση
Παρότι πολλοί πιστεύουν ότι όσοι κάνουν ρινοπλαστική υποφέρουν από έντονο πόνο, στην πραγματικότητα δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Οι περισσότεροι ασθενείς αμέσως μετά την υποχώρηση της αναισθησίας βιώνουν χαμηλής έντασης πόνο ο οποίος όμως υποχωρεί με τη λήψη ενός απλού παυσίπονου. Νοιώθουν ενόχληση και βάρος στο πρόσωπο, όπως αυτή που προκαλείται από ένα κρυολόγημα, στη μύτη και στο λαιμό.
Δεν προκαλεί σε όλους εκτεταμένους μώλωπες
Οι μώλωπες (μελανιές) προκύπτουν εξαιτίας της καταστροφής κάποιων μικροσκοπικών αιμοφόρων αγγείων και υποδόριας διαρροής του αίματος στους γύρω ιστούς. Ο σχηματισμός τους ή όχι εξαρτάται από το είδος της επέμβασης, από τους χειρισμούς του χειρουργού αλλά και από την ευκολία με την οποία μελανιάζει κάθε ασθενής.
Συνήθως για να λεπτυνθεί η μύτη απαιτείται να γίνουν κατάγματα κατά την επέμβαση, οπότε είναι φυσιολογικό να προκληθούν μώλωπες και οίδημα, γεγονός το οποίο δεν ισχύει όταν έχει αποφασιστεί μόνο η ανύψωση του ακρορρινίου.
Η λεπτότητα με την οποία ο γιατρός εκτελεί τη χειρουργική επέμβαση παίζει επίσης ρόλο κατά πόσο θα μελανιάσει ο ασθενής. «Σήμερα, όμως, υπάρχει ένα σύστημα το οποίο μετατρέποντας την ηλεκτρική ενέργεια σε υπερήχους δίνει τη δυνατότητα στον χειρουργό να κάνει πραγματική «γλυπτική» στα ρινικά οστά, αφήνοντας εντελώς ανέπαφους όλους τους μαλακούς ιστούς, όπως δέρμα, βλεννογόνοι, αγγεία και νεύρα.
Με τη χρήση του επιτυγχάνεται η λέπτυνση της μύτης χωρίς να χρειάζονται, σε πολλές περιπτώσεις, οστεοτομίες. Στα πλεονεκτήματα συμπεριλαμβάνεται επίσης η άμεση όραση του χειρουργού, κάτι που δεν συμβαίνει με τα κλασικά χειρουργικά εργαλεία, η ελαχιστοποίηση των εκχυμώσεων και των οιδημάτων και η ανώδυνη ουσιαστικά μετεγχειρητική πορεία του ασθενή», τονίζει ο Δρ. Μοιρέας.
Δεν εκτελούν ρινοπλαστική όλοι οι ΩΡΛ και πλαστικοί χειρουργοί
Όπως και σε πολλούς άλλους ιατρικούς τομείς, έτσι και στη πλαστική χειρουργική υπάρχει εξειδίκευση. Δεδομένης της πολυπλοκότητας της επέμβασης και της ανάγκης κατανόησης των λειτουργικών συνιστωσών του οργάνου, όπως η αίσθηση της οσμής, πρέπει ο γιατρός να έχει βαθιά γνώση του αντικειμένου και μεγάλη χειρουργική εμπειρία. «Είναι η πιο πολύπλοκη και απαιτητική επέμβαση πλαστικής χειρουργικής. Ο χειρουργός πρέπει να προσέξει και να δημιουργήσει μια μύτη που να βρίσκεται σε αρμονία με το όλο πρόσωπο, διορθώνοντας κατά περίπτωση τα λειτουργικά προβλήματα, χωρίς να προκαλέσει βλάβη σε δομές που θα είχαν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό απαραίτητων ακόμα και για τη ζωή λειτουργιών όπως η αναπνοή», επισημαίνει ο εξειδικευμένος στην ρινοπλαστική Δρ. Μοιρέας.
Δεν επιδιώκεται από ματαιόδοξους ανθρώπους
Η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων που υποβάλλεται σε ρινοπλαστική επιθυμεί την επίλυση των προβλημάτων που δυσκολεύουν την αναπνοή και την όσφρησή τους και τη δημιουργία μιας καλαίσθητης και σε αρμονία με το υπόλοιπο πρόσωπο μύτης, που να τους απαλλάξει από την είσπραξη συμπεριφορών που επηρεάζουν τον ψυχισμό τους, να τους απελευθερώσει, να τους χαρίσει αυτοπεποίθηση ώστε να κατακτήσουν τους στόχους τους.
Το ποσοστό των ανθρώπων που ολόκληρη η ύπαρξή τους και οι αλληλεπιδράσεις τους καθορίζονται από την εμφάνισή τους, δηλαδή των ματαιόδοξων, που επιθυμούν να υποβληθούν σε ρινοπλαστική είναι πολύ χαμηλό.
Δεν απευθύνεται μόνο στις γυναίκες
Παρότι το μεγαλύτερο ποσοστό των ασθενών που αναζητούν τη διόρθωση της μύτης τους είναι γυναίκες, δεν απευθύνεται μόνο σε αυτές. Τα τελευταία χρόνια και οι άντρες ενδίδουν στη ρινοπλαστική, αφού έχει αποτιναχθεί πια το στίγμα της «γυναικείας επέμβασης», στην οποία υποβάλλονταν μόνο μοντέλα και άνθρωποι του θεάματος. Και οι άνδρες θέλουν ενδόμυχα να είναι όμορφοι, ειδικά την εποχή που διανύουμε όπου η εμφάνιση είναι, σε πολλές περιπτώσεις, το εισιτήριο για την επιτυχία.
Δεν είναι κραυγαλέα
Το αποτέλεσμα μιας ρινοπλαστικής δεν σημαίνει ότι θα γίνεται αντιληπτό απ’ όλους με την πρώτη ματιά. Επιδίωξη του χειρουργού, αλλά και του ασθενή, θα πρέπει να είναι η νέα μύτη να μην αποσπά την προσοχή, αλλά να την κατευθύνει σε άλλα χαρακτηριστικά του προσώπου. Γι’ αυτό και η επέμβαση που πραγματοποιείται δεν πρέπει να είναι αφύσικη και να λαμβάνει υπόψη τις αλλαγές που συντελούνται με το πέρασμα του χρόνου, προκειμένου να μην προκύψουν αργότερα λειτουργικά αλλά και αισθητικά προβλήματα.
Μπορεί να επαναληφθεί
Επιδίωξη όλων είναι η αποφυγή της μια δεύτερης ρινοπλαστικής. Η επέμβαση αυτή θα πρέπει να πραγματοποιείται μια φορά στη ζωή του ανθρώπου, αν και ποσοστό 10-15%, σύμφωνα με στατιστικές, υποχρεούται να ξαναμπεί στο χειρουργείο για τη διόρθωση μικροπροβλημάτων που έχουν προκύψει είτε από την πρώτη επέμβαση -δεδομένης της πολυπλοκότητάς της- είτε συν τω χρόνω.
Ασφαλώς εάν μια επανεπέμβαση είναι αναγκαία, θα πρέπει να γίνει και για να υπάρχουν τα σωστά αποτελέσματα αυτή την φορά θα πρέπει να γίνει σωστή επιλογή ενός πολύ έμπειρου ρινοπλαστικού χειρουργού.
«Άλλη μια αλήθεια είναι ότι οι ασθενείς δεν μπορούν να αποκτήσουν όποιο σχήμα μύτης επιθυμούν. Κάθε πρόσωπο είναι μοναδικό και η νέα μύτη θα πρέπει να ταιριάζει στο σύνολο της εμφάνισης και φυσικά να μην εμποδίζει τη λειτουργία της, καθώς μια κακώς σχεδιασμένη μύτη μπορεί να δημιουργήσει αναπνευστικά προβλήματα στον ασθενή. Γι’ αυτό απαραίτητο βήμα προτού πραγματοποιηθεί η έμβαση είναι ο σχεδιασμός της με τη συνεργασία του ασθενή.
Με τις νέες τεχνολογίες που διαθέτουμε, όπως είναι τα συστήματα 3D προσομοίωσης της ρινοπλαστικής, μπορούμε να δείξουμε στον ασθενή πώς ακριβώς θα είναι η εμφάνισή του μετά το χειρουργείο, σχεδιάζοντάς την μαζί.
Πρόκειται για μια απλή διαδικασία που ξεκινά με τη λήψη της τρισδιάστασης εικόνας του ασθενούς, η οποία διαρκεί περίπου ένα λεπτό, επιλογής της επέμβασης και εκτέλεσης απαραίτητων προσαρμογών κατά περίπτωση από ειδικά λογισμικά. Έτσι, ο ασθενής μπορεί να δει ακριβώς το αποτέλεσμα στην οθόνη του υπολογιστή, πριν χειρουργηθεί», διευκρινίζει ο Δρ. Μοιρέας.
Τέλος, η μεγαλύτερη ανησυχία για ορισμένους πολυάσχολους ανθρώπους με περιορισμένο χρόνο είναι η απομάκρυνση από τις δραστηριότητές τους για την πραγματοποίηση της επέμβασης. Όμως, ο απαιτούμενος χρόνος είναι αρκετά μικρότερος απ’ αυτόν που φαντάζονται οι περισσότεροι. Η επιστροφή σε εργασία γραφείου γίνεται σε 2-3 ημέρες, ενώ σε μια εβδομάδα αφαιρείται ένας μικρός πλαστικός νάρθηκας και η επανένταξη είναι πλήρης το αργότερο σε 10 ημέρες. Αυτός είναι ο χρόνος που πρέπει να διαθέσει κανείς για να απαλλαχθεί από τα λειτουργικά προβλήματα που τον βασανίζουν καθημερινά ή για να αποκτήσει την εικόνα που πάντα επιθυμούσε.