Αρνητικό ρεκόρ καταγράφεται κατά το πρώτο εξάμηνο του 2018 ως προς τις μεταμοσχεύσεις στην Ελλάδα, καθώς αυτές δεν ξεπέρασαν τις 40, με αποτέλεσμα να συνεχίζεται η τάση δραματικής μείωσης του αριθμού τους, που παρατηρείται συνολικά την τελευταία δεκαετία, όπως προκύπτει από ανακοίνωση της Κοσμητείας της Σχολής Επιστημών Υγείας του ΑΠΘ.
Παρότι τα οφέλη για την ποιότητα ζωής των ασθενών είναι μεγάλα και παρά τους σημαντικούς οικονομικούς πόρους, που θα εξοικονομούνταν για την υγεία αν οι μεταμοσχεύσεις ήταν περισσότερες, αυτές ακολουθούν σταθερά καθοδική πορεία.
Ενδεικτικό είναι ότι από τους 11.000 νεφροπαθείς στην Ελλάδα είναι ενταγμένοι στη λίστα για μεταμόσχευση μόνο οι 1.300, όπως προκύπτει από την ίδια ανακοίνωση.
Με αφορμή τη δραματική πτώση του αριθμού των μεταμοσχεύσεων, η Κοσμητεία της Σχολής Επιστημών Υγείας του ΑΠΘ ανέλαβε πρωτοβουλία, στο πλαίσιο της οποίας αύριο Τρίτη θα πραγματοποιηθεί, για πρώτη φορά, συνάντηση εργασίας για το θέμα με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς. «Στόχος της συνάντησης εργασίας για τις μεταμοσχεύσεις και τον θεσμό της δωρεάς ιστών και οργάνων είναι ο συντονισμός δραστηριοτήτων για την αύξηση του αριθμού των μεταμοσχεύσεων στη Βόρεια Ελλάδα, με επίκεντρο τη Θεσσαλονίκη», αναφέρει ο κοσμήτορας της Σχολής Επιστημών Υγείας του ΑΠΘ, καθηγητής Θεόδωρος Ι. Δαρδαβέσης.
Στη συνάντηση θα συμμετάσχουν διοικητές Νοσοκομείων, στελέχη φορέων και δημόσιων υπηρεσιών, όλοι οι αρμόδιοι καθηγητές του Τμήματος Ιατρικής της Σχολής Επιστημών Υγείας του ΑΠΘ, διευθυντές κλινικών και εργαστηρίων του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ), διευθυντές Μονάδων Εντατικής Θεραπείας (Μ.Ε.Θ.), πρόεδροι τμημάτων της Σχολής Επιστημών Υγείας του ΑΠΘ και εκπρόσωποι επιστημονικών φοιτητικών οργανώσεων.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, στη συνάντηση θα συζητηθεί -μεταξύ άλλων- γιατί μεγάλα νοσοκομεία με Μονάδες Εντατικής Θεραπείας όπως είναι το ΚΑΤ Αθηνών έχουν μηδενική προσφορά δωρητών οργάνων, αλλά και για ποιο λόγο το Υπουργείο Υγείας ανακάλεσε την άδεια λειτουργίας του Κέντρου Μεταμόσχευσης Καρδιάς του Γ.Ν.Θ. «Παπανικολάου» πριν από λίγους μήνες.
Όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση, τα οικονομικά οφέλη που προκύπτουν από τις μεταμοσχεύσεις είναι εντυπωσιακά, πόσο μάλλον αν λάβει κάποιος υπόψιν ότι μεγάλο μέρος του ετήσιου συνολικού προϋπολογισμού για την υγεία αφορά στους νεφροπαθείς. Ενδεικτικά, σύμφωνα με την ανακοίνωση, το ετήσιο κόστος αιμοκάθαρσης (τεχνητό νεφρό) υπολογίζεται στα 50.000 – 60.000 ευρώ, ενώ το ετήσιο κόστος ενός μεταμοσχευμένου νεφρού μετά το πρώτο έτος «πέφτει» εντυπωσιακά στα 10.000-20.000 ευρώ. «Συνεπώς, εκτός από την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των ασθενών οι μεταμοσχεύσεις μπορούν να συμβάλουν καθοριστικά στην εξοικονόμηση σημαντικών πόρων που δαπανώνται σήμερα για την υγεία» υπογραμμίζεται.
Η Θεσσαλονίκη, με επίκεντρο το Τμήμα Ιατρικής της Σχολής Επιστημών Υγείας του ΑΠΘ και γενικότερα την ιατρική κοινότητα της πόλης, θεωρείται -σύμφωνα με την ανακοίνωση- η κοιτίδα των μεταμοσχεύσεων στην Ελλάδα και συνεχίζει να παραμένει στην πρωτοπορία μέχρι σήμερα. «Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι τέσσερις στις πέντε μεταμοσχεύσεις πραγματοποιούνται στη Θεσσαλονίκη», τονίζεται.
«Οι καθηγητές Ιατρικής του ΑΠΘ, Κ. Τούντας, Δ. Λαζαρίδης, Δ. Βαλτής, Α. Αντωνιάδης, Π. Σπύρου και Λ. Μανωλίδης, πλαισιωμένοι από εξαίρετους συνεργάτες, πραγματοποίησαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα μεταμόσχευση νεφρών από πτωματικό και από ζώντα δότη, μεταμόσχευση ήπατος, μεταμόσχευση καρδιάς-πνευμόνων και μεταμοσχεύσεις ακουστικών οσταρίων. Ο διευθυντής του ΕΣΥ Α. Φάσσας και οι συνεργάτες του είναι πρωτοπόροι της μεταμόσχευσης του μυελού των οστών, ο καθηγητής Π. Κώνστας ίδρυσε την πρώτη στην Ελλάδα Τράπεζα Οφθαλμών, δίνοντας ώθηση στις μεταμοσχεύσεις του κερατοειδούς χιτώνα, ενώ ο διευθυντής του ΕΣΥ, Ζ. Πολυμενίδης, θεμελίωσε το πεδίο της ιστοσυμβατότητας, που αποτελεί προϋπόθεση για την επιτυχή έκβαση της μεταμόσχευσης», καταλήγει η ανακοίνωση.