Η πρόωρη εμμηνόπαυση, δηλαδή πριν την ηλικία των 45 ετών αυξάνει τον κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη τύπου 2 στις γυναίκες, σύμφωνα με ελληνική μελέτη που παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας για τη Μελέτη του Διαβήτη στο Βερολίνο.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Δρ Παναγιώτη Αναγνωστή της Μονάδας Αναπαραγωγικής Ενδοκρινολογίας της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), αξιολόγησαν στοιχεία για σχεδόν 200.000 εμμηνοπαυσιακές γυναίκες.
Τα χαμηλά επίπεδα οιστρογόνων έχουν συσχετισθεί με διαταραχή του μεταβολισμού της γλυκόζης, υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα, αυξημένη όρεξη και συσσώρευση λίπους στο σώμα. Έως τώρα ήταν ασαφές κατά πόσο παίζει ρόλο στην εμφάνιση διαβήτη η ηλικία που μια γυναίκα έχει εμμηνόπαυση.
Μεγάλη ανασκόπηση
Η νέα μεγάλη ανασκόπηση, η πρώτη του είδους της διεθνώς, περιέλαβε στοιχεία από 13 ήδη δημοσιευμένες έρευνες και έκανε χρήση εξελιγμένης στατιστικής ανάλυσης για 191.762 γυναίκες, εκ των οποίων οι 21.664 με διαβήτη.
Η μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι γυναίκες που μπαίνουν στην εμμηνόπαυση πριν τα 40 έτη ζωής, έχουν κατά μέσο όρο 50% μεγαλύτερη πιθανότητα να αναπτύξουν διαβήτη, σε σχέση με όσες μπαίνουν στην εμμηνόπαυση σε ηλικία 45 – 55 ετών. Για τις γυναίκες που έχουν εμμηνόπαυση πριν τα 45 έτη, ο κίνδυνος διαβήτη είναι αυξημένος κατά 15%.
Ιδιαίτερη προσοχή…
«Οι γυναίκες με πρόωρη εμμηνόπαυση, πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικές, ώστε να τρώνε υγιεινά και να ασκούνται, προκειμένου να μειώσουν τον κίνδυνο. Η μελέτη παρατήρησης που κάναμε, δεν μπορεί να αποδείξει ότι η πρόωρη εμμηνόπαυση προκαλεί διαβήτη, δείχνει μόνο την πιθανότητα για κάτι τέτοιο. Χρειάζεται περαιτέρω έρευνα για να εξετάσει τους υποκείμενους μηχανισμούς που συνδέουν την πρόωρη εμμηνόπαυση με το διαβήτη και να ελέγξει κατά πόσο ο χρόνος της εμμηνόπαυσης μπορεί να βοηθήσει στην πρόβλεψη και πρόληψη του διαβήτη», εξήγησε ο Δρ Αναγνωστής.
Πρόωρη εμμηνόπαυση
Μία στις 250 γυναίκες ηλικίας κάτω των 30 ετών (μεταξύ αυτών και ποσοστό έως 2,5% των κοριτσιών εφηβικής ηλικίας) και τουλάχιστον 1 στις 100 στις ηλικίες 30-39 ετών παρουσιάζουν πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια ή αλλιώς πρόωρη εμμηνόπαυση.
Η κατάσταση μπορεί να εκδηλωθεί οποιαδήποτε στιγμή της ζωής τους, πριν ή αφότου αποκτήσουν παιδιά ή ενόσω ακόμα προγραμματίζουν την οικογένειά τους.
Όποτε κι αν εμφανιστεί, ο ψυχικός και σωματικός της αντίκτυπος είναι μεγάλος. Τα κορίτσια και οι γυναίκες που την εκδηλώνουν την βιώνουν σαν ένα σιωπηλό πένθος που πλήττει την αυτοεκτίμησή τους, όπως είχε δείξει πριν από λίγα χρόνια βρετανική μελέτη που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Climacteric, την Επιθεώρηση της Διεθνούς Εταιρείας Εμμηνόπαυσης (IMS). Συχνά μάλιστα αποτελεί αληθινό σοκ που συνοδεύεται από πολλές αρνητικές εκβάσεις για την ψυχική υγεία, με υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης, αγχωδών διαταραχών και διαταραγμένης εικόνας σώματος, σύμφωνα με άλλη μελέτη που είχε δημοσιευτεί στο ίδιο περιοδικό. Και όλα αυτά χωρίς να συνυπολογίσουμε τα σωματικά συμπτώματα που εξαντλούν τις ασθενείς.
Κοινό εύρημα των μελετών για τον ψυχοσωματικό αντίκτυπο της πρόωρης εμμηνόπαυσης είναι ότι οι γυναίκες θα ήθελαν περισσότερη ενημέρωση για την κατάστασή τους. Ο μαιευτήρας-χειρουργός γυναικολόγος Δρ Ιωάννης Π. Βασιλόπουλος, MD, MSc, ειδικός στην Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή και ιδρυτικό μέλος του Institute of Life-ΙΑΣΩ, δίνει τις απαντήσεις στα συνηθέστερα ερωτήματα των ασθενών.
Τι είναι η πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια;
Είναι η απώλεια της ωοθηκικής λειτουργίας σε γυναίκες ηλικίας κάτω των 40 ετών. Οι γυναίκες που πάσχουν από αυτήν δεν έχουν ωορρηξία κάθε μήνα. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι έχουν μικρότερο από τον φυσιολογικό αριθμό ωοθυλακίων ή δυσλειτουργία των ωοθηκών.