Η συστηματική κατανάλωση πρωινού είναι απαραίτητη για τη μείωση του κινδύνου διαβήτη και καρδιαγγειακής νόσου, τονίζουν οι ειδικοί.
Ερευνητές από τα Πανεπιστήμια Μπαθ και Νότινγκχαμ κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι όσοι τρώνε πρωινό επηρεάζουν τα λιποκύτταρα μειώνοντας την δραστηριότητα των γονιδίων που εμπλέκονται στον μεταβολισμό του λίπους και αυξάνοντας την ποσότητα της γλυκόζης που χρειάζονται. Αυτό με τη σειρά του μειώνει τον κίνδυνο εκδήλωσης διαβήτη και καρδιαγγειακής νόσου.
Διαπίστωσαν ακόμη ότι το λίπος των παχύσαρκων ατόμων ανταποκρίνεται λιγότερο στην ινσουλίνη, συγκριτικά με τα αδύνατα άτομα.

Η έρευνα
Η έρευνα συμπεριέλαβε 49 ενήλικες, 29 αδύνατους και 20 παχύσαρκους, οι οποίοι έπρεπε είτε να τρώνε κάθε μέρα πρωινό πριν τις 11 το πρωί, είτε να μένουν νηστικοί μέχρι το μεσημέρι.
Οι συμμετέχοντες που έτρωγαν πρωινό έπρεπε να καταναλώνουν 350 θερμίδες εντός δύο ωρών από την ώρα που είχαν ξυπνήσει και τουλάχιστον 700 θερμίδες έως τις 11:00 π.μ. καθημερινή, ενώ η ομάδα της νηστείας δεν έτρωγε τίποτα μέχρι το μεσημέρι.
Πριν και μετά τις έξι εβδομάδες που διήρκησε η παρακολούθηση, οι ερευνητές είχαν αξιολογήσει τον μεταβολισμό, τη σωματική σύσταση, την ανταπόκριση της όρεξης και δείκτες της μεταβολικής και καρδιακής υγείας.
Επίσης, υπολόγισαν το λίπος επί της δραστηριότητας 44 διαφορετικών γονιδίων και βασικών πρωτεϊνών και μελέτησαν την ικανότητα των λιποκυττάρων να απορροφούν γλυκόζη εις ανταπόκριση στην ινσουλίνη.

Συνέπειες…
«Η καλύτερη κατανόηση του τρόπου ανταπόκρισης του λίπους στο τι και πότε το τρώμε, επιτρέπει να στοχεύσουμε με περισσότερη ακρίβεια αυτούς τους μηχανισμούς. Και ενδεχομένως να μπορέσουμε να ανακαλύψουμε νέους τρόπους πρόληψης των αρνητικών συνεπειών της μεγάλης ποσότητας σωματικού λίπους, αν δεν μπορούμε να απαλλαγούμε απ’ αυτό. Μελλοντικές μελέτες θα εστιάσουν στο πως το πρωινό γεύμα αλληλοεπιδρά με παραμέτρους του τρόπου ζωής, όπως η γυμναστική», εξηγεί ο Δρ Ξαβιέρ Γκονζάλες, επικεφαλής ερευνητής.
Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό έντυπο Journal of Physiology.