Η παρατεταμένη χρήση των αντικαταθλιπτικών φαρμάκων μεγαλώνει τον κίνδυνο αύξησης του βάρους του ασθενούς, σύμφωνα με μια νέα βρετανική επιστημονική βρετανική έρευνα.
Η μελέτη δείχνει ότι όσοι κάνουν χρήση των 12 συχνότερα συνταγογραφούμενων αντικαταθλιπτικών, είναι κατά 21% πιθανότερο να βάλουν πρόσθετα κιλά, σε σχέση με όσους δεν κάνουν θεραπεία με αντικαταθλιπτικά.
Ο κίνδυνος αύξησης του βάρους είναι μεγαλύτερος κατά το δεύτερο και τρίτο έτος της φαρμακευτικής θεραπείας.
Η κατάθλιψη είναι συχνή στα άτομα με μεγάλη παχυσαρκία, τα οποία, εφόσον παίρνουν αντικαταθλιπτικά, κινδυνεύουν να αυξήσουν και άλλο το βάρος τους.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Ράφαελ Γκαφούρ του Βασιλικού Κολλεγίου (King’s) του Λονδίνου, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό British Medical Journal, ανέλυσαν στοιχεία για περισσότερους από 300.000 ανθρώπους με μέση ηλικία 51 ετών, που ήσαν παχύσαρκοι και οι οποίοι παρακολουθήθηκαν σε βάθος δεκαετίας.
Διαπιστώθηκε ότι ο κίνδυνος αύξησης του βάρους κατά 5% σε αυτό το χρονικό διάστημα, ήταν 8% χωρίς αντικαταθλιπτικά και σχεδόν 10% με αντικαταθλιπτικά. Στη διάρκεια του δεύτερου έτους της θεραπείας με αντικαταθλιπτικά, ο κίνδυνος αύξησης του βάρους κατά τουλάχιστον 5% ήταν 46% μεγαλύτερος σε σχέση με το γενικό πληθυσμό.
Δεν υπήρχε μεγαλύτερος κίνδυνος αύξησης του βάρους κατά το πρώτο έτος της θεραπείας, ενώ ο κίνδυνος ήταν αυξημένος έως το έκτο έτος της θεραπείας.
Οι άνθρωποι με φυσιολογικό βάρος πριν την αντικαταθλιπτική θεραπεία, ήταν κατά 29% πιθανότερο να γίνουν υπέρβαροι ή παχύσαρκοι μετά από πενταετή θεραπεία, ενώ και οι υπέρβαροι είχαν επίσης 29% μεγαλύτερη πιθανότητα να γίνουν παχύσαρκοι.
Οι ερευνητές δήλωσαν ότι η ευρεία πλέον χρήση των αντικαταθλιπτικών «μπορεί να συμβάλλει στην μακροπρόθεσμη αύξηση του βάρους στον πληθυσμό».
Ο Γκαφούρ τόνισε ότι «είναι σημαντικό οι ασθενείς να μη σταματήσουν να παίρνουν τα φάρμακά τους και, αν ανησυχούν ότι θα παχύνουν, να συζητήσουν το θέμα με το γιατρό τους». ‘Ανθρωποι με ελαφριά κατάθλιψη, σύμφωνα με τους ειδικούς, θα μπορούσαν να εξετάσουν ως εναλλακτική λύση την ψυχοθεραπεία.
Υπέρβαρα είναι τα άτομα με δείκτη μάζας σώματος 25 έως 30, ενώ παχύσαρκα αυτά με δείκτη άνω του 30. Ο δείκτης υπολογίζεται διαιρώντας το βάρος σε κιλά με το τετράγωνο του ύψους σε μέτρα.