Πάνω από 3.600 θάνατοι λόγω λοιμώξεων από ανθεκτικά σε αντιβιοτικά μικρόβια και 166.000 ημέρες νοσηλείας ετησίως θα μπορούσαν να προληφθούν στη χώρα μας με την εφαρμογή μιας σειρά μέτρων, που περιλαμβάνει τη βελτίωση της υγιεινής των χεριών, τα προγράμματα επιστασίας των λοιμώξεων εντός των νοσοκομείων, την ορθολογική χορήγηση αντιβιοτικών και τις σχετικές εκστρατείες ενημέρωσης των πολιτών.
Εάν δεν εφαρμοστούν άμεσα πολιτικές δημόσιας υγείας για την αντιμετώπιση της μικροβιακής αντοχής, το 2030 το 43% των λοιμώξεων που θα εκδηλώνουν νοσοκομειακοί ασθενείς στη χώρα μας θα είναι ανθεκτικές στα αντιβιοτικά και άρα πολύ πιο δύσκολο να αντιμετωπιστούν. Και αξίζει να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα ο επιπολασμός των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων είναι τουλάχιστον 10%.
Σύμφωνα με τα νέα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ΕΚΠΕΝ), η χώρα μας έχει πτωτική τάση στη χρήση αντιβιοτικών, παραμένοντας, ωστόσο, στην τέταρτη υψηλότερη θέση μεταξύ των 29 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ). Η κατανάλωση αντιιικών στην Ελλάδα ανά 1.000 κατοίκους τόσο σε κοινοτικό όσο και σε νοσοκομειακό τομέα, πάντως, είναι σημαντικά υψηλότερη από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο (23,5 έναντι 16,4).
Η Ελλάδα αναφέρει σταθερά υψηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ ποσοστά αντοχής σε νοσοκομειακά παθογόνα, όπως το μικρόβιο Klebsiella (Klebsiella pneumoniae). Η αντίστασή του στα αντιβιοτικά τρίτης γενιάς, όπως οι φθοριοκινολόνες, ήταν υψηλότερη στην Ελλάδα από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο (66,9%, έναντι 31,5%).
Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ΕΚΠΕΝ), το 66,5% των περιπτώσεων πνευμονίας λόγω Klebsiella στην Ελλάδα είναι ανθεκτικά σε κεφαλοσπορίνες τρίτης γενιάς, αντιμικροβιακά που χρησιμοποιούνται συνήθως στα νοσοκομεία, ενώ ο μέσος σταθμισμένος πληθυσμός ΕΕ/ΕΟΧ ήταν 31,3%. Η αντοχή του μικροβίου Klebsiella στην καρβαπενέμη στην Ελλάδα είναι 58,3%, επτά φορές υψηλότερη από τον σταθμισμένο μέσο πληθυσμό ΕΕ/ΕΟΧ (7,9%).
Ανθεκτικές λοιμώξεις στα αντιβιοτικά
Tα νέα στοιχεία του ΕΚΠΕΝ δείχνουν ότι σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ισλανδία και τη Νορβηγία περισσότερα από 35.000 άτομα πεθαίνουν κάθε χρόνο από λοιμώξεις ανθεκτικές στα αντιβιοτικά. Στην EE οι λοιμώξεις αυτές επιφέρουν πρόσθετο κόστος υγειονομικής περίθαλψης ύψους 1,5 δισ. ευρώ και απώλειες στην παραγωγικότητα. Μολονότι τα νοσοκομεία και οι πάροχοι πρωτοβάθμιας περίθαλψης στην Ευρώπη μείωσαν τη χρήση αντιμικροβιακών κατά 23% την τελευταία δεκαετία, η χρήση “εφεδρικών” αντιβιοτικών, τα οποία προορίζονται για την καταπολέμηση των πολυανθεκτικών λοιμώξεων, έχει υπερδιπλασιαστεί.
Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι μέχρι το 2050, θα πεθάνουν εξαιτίας της μικροβιακής αντοχής 10 εκατομμύρια άνθρωποι ετησίως, εάν δεν βρεθούν νέα αντιμικροβιακά φάρμακα. Χωρίς αποτελεσματικό τρόπο πρόληψης και θεραπείας των ενδο-νοσοκομειακών λοιμώξεων, ιατρικές πράξεις, όπως η μεταμόσχευση οργάνων, η χημειοθεραπεία για την αντιμετώπιση όγκων και οι μεγάλες χειρουργικές επεμβάσεις, θα είναι πολύ επικίνδυνες να εκτελεστούν. Η πανδημία της COVID-19 έχει δείξει τον τεράστιο αντίκτυπο στη δημόσια υγεία και την οικονομία από μια παγκόσμια απειλή. Σε αντίθεση, όμως, με την COVID-19 που αιφνιδίασε τον πλανήτη, η μικροβιακή αντοχή είναι μια κρίση που μπορεί να προβλεφθεί.
Μικροβιακή Αντοχή 2022
Οι προβλέψεις του ΟΟΣΑ για τις επιπτώσεις του προβλήματος της μικροβιακής αντοχής στη χώρα μας παρουσιάστηκαν από την αναλύτρια των Πολιτικών Υγείας του Οργανισμού Ece Oscelik σε ειδική εκδήλωση που διοργάνωσε ο Οργανισμός Διασφάλισης της Ποιότητας στην Υγεία (ΟΔΙΠΥ), και το γραφείο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας στην Ελλάδα, με αφορμή την Παγκόσμια Εβδομάδα Ευαισθητοποίησης για τη Μικροβιακή Αντοχή 2022 (18 έως 24 Νοεμβρίου).
Η εκδήλωση ξεκίνησε με τη βιωματική αφήγηση του υπουργού Υγείας Θάνου Πλεύρη, ο οποίος τον Νοέμβριο του 2016 χρειάστηκε να διασωληνωθεί –έφτασε «στον γκρεμνό», όπως είχαν πει χαρακτηριστικά στη σύζυγό του οι γιατροί του– λόγω νοσοκομειακής λοίμωξης. Βγήκε νικητής από αυτή τη μάχη και πλέον, όπως αναφέρει ο ίδιος, έχει θέσει προσωπικό στοίχημα –«τάμα» το χαρακτήρισε– να μειώσει τους δείκτες νοσοκομειακών λοιμώξεων της χώρας.
Ο κ. Πλεύρης χαρακτήρισε τις νοσοκομειακές λοιμώξεις ως ένα πρόβλημα που «κρύβεται κάτω από το χαλί, γιατί», όπως είπε, «υπάρχει ευθύνη. Για το εάν θα πάθει κάποιος εγκεφαλικό, δεν μπορεί να έχει ευθύνη το νοσοκομείο, αλλά εάν αυτό το άτομο βρεθεί σε μία μονάδα, κολλήσει κάποιο μικρόβιο και αναπτύξει λοίμωξη, εκεί υπάρχει ένα μέρος ευθύνης». Και πρόσθεσε: «Ποτέ δεν θα καταφέρουμε να έχουμε χώρους όπου δεν θα υπάρχουν μικρόβια, αλλά μπορούμε να βάλουμε κανόνες ώστε να μειώσουμε τις πιθανότητες λοίμωξης από αυτά».
Νέες συμβάσεις ΕΟΠΥΥ
Στο πλαίσιο αυτό ο υπουργός αναφέρθηκε στις ενέργειες που προωθούνται στην κατεύθυνση αντιμετώπισης του προβλήματος. Ενδεικτικά ανέφερε ότι στις νέες συμβάσεις του ΕΟΠΥΥ με ιδιώτες παρόχους υγείας ένας από τους υποχρεωτικούς δείκτες ποιότητας βάσει των οποίων θα αποζημιώνονται από τον Οργανισμό είναι το χαμηλό ποσοστό νοσοκομειακών λοιμώξεων και των επιπλοκών τους. Εστίασε δε στο θέμα της αξιολόγησης μονάδων και διοικητών νοσοκομείων, βάσει των επιδόσεών τους στην ανάσχεση των νοσοκομειακών λοιμώξεων. Σύμφωνα με τον κ. Πλεύρη, στις προθέσεις του υπουργείου είναι να αναρτώνται στο Διαδίκτυο με ελεύθερη πρόσβαση για τους ασθενείς και σε τριμηνιαία βάση οι νοσοκομειακές λοιμώξεις ανά μονάδα. «Θα γνωρίζουν όλοι ότι στο επόμενο τρίμηνο που θα εκδοθούν τα νέα δεδομένα, το πρόβλημα δεν θα μπορεί να κρυφτεί κάτω από το χαλί», σημείωσε ο κ. Πλεύρης και πρόσθεσε, «είμαστε έτοιμοι σε τεχνικό επίπεδο, αναζητούμε τα νομοθετικά εργαλεία για να προχωρήσουμε».
Το πρόγραμμα GRIPP
Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης παρουσιάστηκε το Πανελλήνιο Πρόγραμμα Πρόληψης και Ελέγχου Νοσοκομειακών Λοιμώξεων GRIPP που εφαρμόζεται ήδη σε δέκα δημόσια νοσοκομεία της χώρας με χρηματοδότηση του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος.
Στόχος του προγράμματος είναι η λειτουργία ενός ενιαίου εθνικού συστήματος καταγραφής για την επιτήρηση της νοσοκομειακών λοιμώξεων και της μικροβιακής αντοχής –«να μιλάμε όλοι την ίδια γλώσσα», όπως αναφέρθηκε χαρακτηριστικά– και παράλληλα η εφαρμογή στρατηγικών ελέγχου τους.
Προς το παρόν καταγράφονται δείκτες για τις μικροβιαιμίες που σχετίζονται με την κεντρική γραμμή (καθετήρας σε μεγάλη φλέβα), τη χρήση αντιβιοτικών ανά νοσηλευόμενο ασθενή, καθώς και τη συμμόρφωση του προσωπικού στους κανόνες υγιεινής των χεριών σε διαφορετικές φάσεις χειρισμού του ασθενούς. Ανάλογα με τα ευρήματα ενημερώνονται τα ίδια τα νοσοκομεία προκειμένου να βελτιώσουν αυτούς τους δείκτες.
«Ηρθε ο σπιούνος»
Στη διαδικασία αυτή δεν λείπουν και τα προβλήματα. Οπως ανέφερε ο Γιάννης Κοψιδάς, στέλεχος του CLEO (Κέντρο Κλινικής Επιδημιολογίας και Εκβασης Νοσημάτων) που υλοποιεί το πρόγραμμα σε συνεργασία με τον ΕΟΔΥ και τον ΟΔΙΠY, έχει ακούσει από εργαζομένους σε νοσοκομεία κατά τις επισκέψεις του στο πλαίσιο του προγράμματος, εκφράσεις όπως «ήρθε η Γκεστάπο», «καλώς τον σπιούνο», «κοίτα πόσο ωραία πλένω τα χεράκια μου».
Σε άλλες περιπτώσεις εργαζόμενοι αμφισβητούν τα αποτελέσματα: «Δεν ξέρω πώς το κάνετε αλλά δεν μπορεί να είναι σωστά τα νούμερα», είναι μεταξύ όσων έχουν ακουστεί, παρά το γεγονός ότι οι ίδιοι καταχωρίζουν τα στοιχεία. Αναφερόμενος στα επόμενα βήματα στον τομέα του ελέγχου των νοσοκομειακών λοιμώξεων, ο πρόεδρος του ΕΟΔΥ Θεοκλής Ζαούτης τόνισε ότι το σύστημα επιτήρησης θα επεκταθεί και στα υπόλοιπα νοσοκομεία αλλά και στον ιδιωτικό τομέα, καθώς και σε άλλους δείκτες μικροβιακής αντοχής και κατανάλωσης αντιβιοτικών. Επιπλέον, θα γίνει η βάση ώστε να ενταχθούν σε ένα σύστημα επιτήρησης και σε άλλους χώρους όπως η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας και τα Κέντρα Αποκατάστασης.
«Η ενδυνάμωση της ΠΦΥ μπορεί να συμβάλει στην αντιμετώπιση του προβλήματος», ανέφερε ο Ευάγγελος Φραγκούλης, γενικός γραμματέας της Ελληνικής Ακαδημίας Γενικής/Οικογενειακής Ιατρικής και ΠΦΥ. Η εφαρμογή του προσωπικού γιατρού μπορεί να συντελέσει μέσω της καλύτερης επικοινωνίας γιατρού και πολίτη στην εκπαίδευση των πολιτών για το πότε χρειάζεται να λαμβάνουν αντιβιοτικά.
Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook για να μαθαίνετε όλα τα νέα
μικρόβια