ΒασικόΠοιοι πρέπει να εμβολιαστούν: Οδηγίες για μέγιστη προστασία

Ποιοι πρέπει να εμβολιαστούν: Οδηγίες για μέγιστη προστασία

- Advertisement -

Επιτακτική καθίσταται η ανάγκη πρόληψης των αναπνευστικών λοιμώξεων μέσω εμβολιασμού, ενόψει και της χειμερινής περιόδου, με τις προβλέψεις για χιλιάδες ενήλικες αρρώστους στην Ευρώπη και στη χώρα μας να παραμένουν δυσοίωνες και αυτή τη χρονιά.

Επιτακτική καθίσταται η ανάγκη πρόληψης των αναπνευστικών λοιμώξεων μέσω εμβολιασμού, ενόψει και της χειμερινής περιόδου, με τις προβλέψεις για χιλιάδες ενήλικες αρρώστους στην Ευρώπη και στη χώρα μας να παραμένουν δυσοίωνες και αυτή τη χρονιά
Photo Pixabay

ΔΩΡΕΑΝ ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Μολονότι οι ειδικές συστάσεις εμβολιασμού υπάρχουν (στη χώρα μας από το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών (ΕΠΕ) Ενηλίκων), η πρόσληψη και η αποδοχή των εμβολιασμών από τους ασθενείς είναι χαμηλή, με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται και φέτος μια ιδιαίτερα ανησυχητική τάση που παρατηρείται σε αρκετές περιοχές της Ευρώπης. Ηλικιωμένοι ασθενείς με χρόνια νοσήματα που διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο επιπλοκών από ασθένειες που προλαμβάνονται με εμβόλια, εξακολουθούν να παραμένουν ανεμβολίαστοι, κινδυνεύοντας από μακροχρόνια ασθένεια, νοσηλεία, ακόμη και θάνατο.

Ευρύ φάσμα νοσημάτων

Οι λοιμώξεις του αναπνευστικού περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα νοσημάτων, από το κοινό κρυολόγημα μέχρι την πνευμονία, και αποτελούν κύρια αιτία νοσηρότητας και θνησιμότητας παγκοσμίως. Παράγοντες που σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο περιλαμβάνουν την αυξημένη ηλικία, τις καρδιοαναπνευσιτκές παθήσεις, τον σακχαρώδη διαβήτη, το κάπνισμα, την παχυσαρκία, την ανοσοκαταστολή, κ.ά. Οι αναπνευστικές λοιμώξεις, πέρα από την επιβάρυνση του ασθενή και του περιβάλλοντός του, αποτελούν επίσης σημαντικό φορτίο για τη δημόσια υγεία.

Η γρίπη έχει συσχετιστεί με 1 δισεκατομμύριο περιστατικά και 290.000-650.000 θανάτους κατ’έτος, η COVID-19 με πάνω 7 εκατομμύρια θανάτους από τα τέλη του 2019, ο αναπνευσιτκός συγκυτιακός ιός (RSV) με 64 εκατομμύρια περιστατικά και 160.000 θανάτους κατ’έτος και η πνευμονιοκοκκική νόσος με πάνω από 1 εκατομμύριο θανάτους κατ’έτος (περισσότερους από όλες τις άλλες αιτιολογίες μαζί προπανδημικά). Σε αυτά τα τεράστια νούμερα θα πρέπει να προστεθούν η τάση γήρανσης του πληθυσμού και το γεγονός ότι τα συστήματα υγείας διαχειρίζονται τις αναπνευστικές λοιμώξεις ταυτόχρονα τους χειμερινούς μήνες, με αποτέλεσμα το φορτίο για τη δημόσια υγεία να επιβαρύνεται περαιτέρω, όπως τονίζει ο κ. Στέλιος Λουκίδης, Πνευμονολόγος – Φυματιολόγος, Καθηγητής Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών και Πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του στην Eνημερωτική Συνάντηση με τίτλο «Το παρόν και το μέλλον του εμβολιασμού».

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) συγκαταλέγει την διστακτικότητα έναντι των εμβολίων στις 10 μεγαλύτερες απειλές για την υγεία.

Σύμφωνα με τον κ. Στέλιο Λουκίδη, δε χρειάζεται όλα τα εμβόλια να γίνονται την ίδια περίοδο, το φθινόπωρο: «Ο εμβολιασμός κατά του πνευμονιόκοκκου, για παράδειγμα, θα μπορούσε να γίνεται και άλλη εποχή εκτός του φθινοπώρου, όπως το Μάρτιο ή τον Μάιο. Το ίδιο και το εμβόλιο για τον έρπητα ζωστήρα. Πρέπει να αλλάξουμε το εμβολιαστικό μας πρόγραμμα στην Ελλάδα, θα πρέπει να υπάρξει εμβολιαστικός σχεδιασμός”, τονίζει ο γιατρός.

Όπως σημειώνει, ο εμβολιασμός κατά του αναπνευστικoύ συγκυτιακού ιού (RSV) είναι προτιμότερο να γίνεται το Σεπτέμβριο, αργότερα μέσα στο φθινόπωρο πάντα, ο εμβολιασμός κατά της COVID-19 και κατά της γρίπης από τα μέσα Νοεμβρίου. Ο πνευμονολόγος συνιστά για τους άνω των 65 το ενισχυμένο εμβόλιο της γρίπης, ενώ για τους κάτω των 65 ετών το μη ενισχυμένο. «Με αυτόν τον τρόπο, μειώνεται το φορτίο για τον ασθενή ως προς την πολυπλοκότητα των εμβολίων και γίνεται ένας καλύτερος χρονικός σχεδιασμός» εξηγεί ο κύριος Λουκίδης.

Προστασία από τον πνευμονιόκοκκο

Ο πνευμονιόκοκκος είναι κύριο αίτιο σοβαρών λοιμώξεων, όπως η πνευμονία, η μηνιγγίτιδα και η βακτηριαιμία. Τα συζευγμένα πνευμονιοκοκκικά εμβόλια υπερέχουν των παλαιότερων απλών πολυσακχαριδικών εμβολίων στο ότι επάγουν ανοσολογική μνήμη. Το νέο 20δύναμο συζευγμένο πνευμονιοκοκκικό εμβόλιο (PCV20) περιέχει αντιγόνα για 7 επιπλέον στελέχη πνευμονιόκοκκου έναντι του 13δύναμου εμβολίου (PCV13), που είναι σημαντικά για τη νόσο. Στο ΕΠΕ συστήνεται σε όλους τους ανεμβολίαστους ενήλικες ηλικίας ≥65 ετών και στους ενήλικες ηλικίας 18-64 ετών με υποκείμενα νοσήματα η διενέργεια μιας δόσης PCV20, χωρίς να χρειάζεται να ακολουθήσει άλλο εμβόλιο. Για όσους έχουν λάβει PCV13 ή PPSV23 στο παρελθόν συνιστάται μια δόση PCV20 1 χρόνο αργότερα και σε όσους έχουν λάβει και τα δυό παλιότερα εμβόλια (PCV13 και PPSV23) συστήνεται το PCV20 5 χρόνια μετά. Το PVC20 μπορεί να χορηγηθεί ταυτόχρονα με το εμβόλιο της γρίπης και το mRNA εμβόλιο της COVID-19.

Γρίπη: Ενισχυμένα εμβόλια

Ο αντιγριπικός εμβολιασμός έχει δειχθεί σε αρκετές μελέτες ότι μειώνει τη βαρύτητα της νόσου και στο ΕΠΕ Ενηλίκων συστήνεται να χορηγείται σε όλους τους ενήλικες άνω των 60 ετών και στους ενήλικες 18-59 ετών με έναν ή περισσότερους επιβαρυντικούς παράγοντες. Στην Ελλάδα η δραστηριότητα της γρίπης συνήθως κορυφώνεται τους μήνες Φεβρουάριο – Μάρτιο.

Τα ενισχυμένα εμβόλια (υψηλής δόσης και με ανοσοενισχυτικό) συνιστώνται στα άτομα ηλικίας άνω 65 ετών έναντι του συμβατικού εμβολίου, τονίζεται όμως ότι ο αντιγριπικός εμβολιασμός δεν πρέπει να καθυστερεί. Τα ποσοστά εμβολιασμού για τη γρίπη ποικίλλουν στις διάφορες Ευρωπαϊκές χώρες, με την Ελλάδα να εμφανίζει βελτίωση τα τελευταία χρόνια, με ποσοστά εμβολιασμού που κυμαίνονται γύρω στο 60-70% στους ενήλικες ≥65 ετών.

Προστασία έναντι της COVID-19

Η νόσος COVID-19, αν και πλέον ενδημική, παρέμεινε ως μια από τις κύριες αιτίες θανάτου παγκοσμίως, ο δε κίνδυνος θανάτου εξακολουθεί να είναι μεγαλύτερος συγκριτικά με την γρίπη. Επιπλέον, ένας στους 4 ασθενείς με COVID-19 υποφέρουν από συμπτώματα long COVID (κόπωση, αλλαγές στη διάθεση, αναπνευστικά προβλήματα, αυξημένος καρδιαγγειακός κίνδυνος, κ.ά.).

Τα COVID-19 εμβόλια υπήρξαν ο σύμμαχός μας στον αγώνα για επιστροφή στην κανονικότητα, έχοντας αποτρέψει εκατομμύρια λοιμώξεις και θανάτους και εξοικονομώντας δισεκατομμύρια παγκοσμίως μέσω της νόσου που απετράπη.

Πρόσφατα, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων (EMA) συνέστησε την επικαιροποίηση των COVID-19 εμβολίων έναντι των κυρίαρχων στελεχών. Ο εμβολιασμός έναντι της COVID-19 περιλαμβάνεται πλέον στο ΕΠΕ με το επικαιροποιημένο μονοδύναμο εμβόλιο σε όλους άνω των 60 ετών καθώς και σε νεότερους ενήλικες με επιβαρυντικούς παράγοντες. Το ελάχιστο μεσοδιάστημα από προηγούμενο εμβολιασμό ή νόσηση είναι 3 μήνες και το εμβόλιο μπορεί να χορηγηθεί ακόμη και την ίδια μέρα με το αντιγριπικό εμβόλιο.

RSV: Σημαντικό φορτίο στους ενήλικες

Ο RSV είναι ένας ιός που γνωρίζαμε καλά ως προς την παθογονικότητά του στα παιδιά, τα τελευταία χρόνια ωστόσο έγινε εμφανές ότι προκαλεί σημαντικό φορτίο και στους ενήλικες. Προκαλεί υποτροπιάζουσες λοιμώξεις που μοιάζουν με κοινό κρυολόγημα, αλλά μπορούν να εξελιχθούν σε λοιμώξεις κατώτερου αναπνευστικού (βρογχιολίτιδα, πνευμονία).

Τα βρέφη, οι ηλικιωμένοι και οι ασθενείς με χρόνιες παθήσεις και ανοσοκαταστολή κινδυνεύουν περισσότερο. Στην Ελλάδα, η περίοδος έναρξης του RSV είναι τον Δεκέμβριο με διάρκεια έως τον Μάρτιο. Δεν υπάρχουν πολλά επιδημιολογικά στοιχεία για την χώρα μας, ωστόσο, για το ποσοστό θετικότητας συλλέγονται δεδομένα από το Σύστημα Επιτήρησης του ΕΟΔΥ, ενώ στοιχεία έχουμε και από μελέτη του ΓΝΑ «Ευαγγελισμός», όπου καταδείχθηκε ότι συνολικά 8,4% των ασθενών που νοσηλεύτηκαν με RSV χρειάστηκαν διασωλήνωση και 16,4% αυτών κατέληξαν κατά τη νοσηλεία τους.

Πλέον, μετά από δεκαετίες ερευνών, έχουμε διαθέσιμα αποτελεσματικά εμβόλια έναντι του RSV. Ο εμβολιασμός έναντι του RSV συστήνεται στο ΕΠΕ ως μία δόση σε όλους τους ενήλικες άνω των 75 ετών και στην ηλικιακή ομάδα 60-74 ετών με παράγοντες κινδύνου, ενώ προς το παρόν δεν συστήνεται η συγχορήγηση με τα εμβόλια της γρίπης και της COVID-19.

Κλείνοντας, ο κ. Στέλιος Λουκίδης τόνισε τον ιδιαίτερο ρόλο που έχουν οι επαγγελματιες υγείας στον εμβολιασμό. «Η σύσταση από τον επαγγελματία υγείας είναι ο ισχυρότερος προβλεπτικός παράγοντας για το αν ένας ασθενής θα εμβολιαστεί. Πρέπει να εφαρμόζονται εξατομικευμένα κριτήρια, να υπογραμμίζονται οι θετικές εμπειρίες με τα εμβόλια, να αφιερώνεται χρόνος για συζήτηση και να απαντιούνται τα ερωτήματα και οι ανησυχίες του ασθενούς, ώστε να αντιμετωπιστεί το επικίνδυνο φαινόμενο της “εμβολιαστικής κόπωσης’’.
Γιατί ως γνωστόν “Τα εμβόλια δεν σώζουν ζωές. Οι εμβολιασμοί σώζουν ζωές.’’»

Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook για να μαθαίνετε όλα τα νέα

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ