Η COVID-19 προελαύνει για άλλη μια φορά από άκρη σε άκρη στις ΗΠΑ, όμως οι θάνατοι από τη νόσο δεν φαίνεται να ακολουθούν αντίστοιχη αυξητική πορεία. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο ότι πολλοί άνθρωποι έχουν ήδη αναπτύξει κάποιο επίπεδο ανοσίας από τον εμβολιασμό τους ή/και από τη μόλυνσή τους με τον ιό, αλλά και επειδή πια έχουμε στη διάθεσή μας ένα ολόκληρο οπλοστάσιο για τη θεραπεία της νόσου.
Τα μονοκλωνικά αντισώματα ήταν η πρώτη θεραπεία που έκανε τη εμφάνισή της, και μάλιστα αρχικά είχαν θεωρηθεί «η πρώτη γραμμή άμυνας» ενάντια στη νόσο. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) ενέκρινε τέσσερα μονοκλωνικά αντισώματα για τη θεραπεία της COVID-19 και ένα για την πρόληψη της νόσου σε άτομα που δεν μπορούν να λάβουν τα εμβόλια ή να επωφεληθούν από αυτά.
Όμως, οι νέες παραλλαγές του κορωνοϊού κατέστησαν όλες τις θεραπείες αντισωμάτων αναποτελεσματικές. Εκτός από μία.
Πλέον, η πρώτη επιλογή για τους περισσότερους ασθενείς που διατρέχουν κίνδυνο σοβαρής νόσησης είναι, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας (NIH), το αντιιικό φάρμακο Paxlovid.
«Τα μονοκλωνικά αντισώματα θα συνεχίσουν να παίζουν σημαντικό ρόλο στη θεραπεία για την COVID-19 και πιθανότατα θα συνεχίσουν να ενημερώνονται και αυτά για τις νέες παραλλαγές του ιού», λέει ο δρ Τζέιμς Κούτρελ, ειδικός μολυσματικών ασθενειών στο Ιατρικό Κέντρο UT Southwestern.
Τι είναι τα μονοκλωνικά αντισώματα;
Όταν ο ιός SARS-CoV-2 εισέρχεται στο σώμα, διασπάται μέσα στα ανθρώπινα κύτταρα και τα χρησιμοποιεί για να αναπαραχθεί. Οι πρωτεΐνες ακίδας που προεξέχουν από την επιφάνεια του ιού λειτουργούν στην ουσία σαν ένας τύπος κλειδιού για το ξεκλείδωμα των κυττάρων μας.
Όταν το ανοσοποιητικό μας σύστημα εντοπίζει ένα παθογόνο στοιχείο όπως ο SARS-CoV-2, αρχίζει να παράγει αντισώματα: πρωτεΐνες που αναγνωρίζουν και στη συνέχεια συνδέονται με συγκεκριμένες πρωτεΐνες που βρίσκονται στον ιό. Τα αντισώματα που συνδέονται με την πρωτεΐνη ακίδας ονομάζονται εξουδετερωτικά αντισώματα, επειδή είναι σε θέση να εμποδίσουν τον SARS-CoV-2 να εισέλθει στα κύτταρά μας και να αναπαραχθεί, εξουδετερώνοντας έτσι τη μόλυνση.
Στην ουσία, τα μονοκλωνικά αντισώματα είναι ακριβώς όπως τα αντισώματα που φτιάχνει το σώμα μας όταν «βλέπει» τον SARS-CoV-2, με τη διαφορά ότι είναι σχεδιασμένα σε εργαστήριο για να συνδέονται με συγκεκριμένα μέρη της πρωτεΐνης ακίδας του κορωνοϊού.
«Τα μονοκλωνικά αντισώματα μιμούνται το ανοσοποιητικό μας σύστημα και εμποδίζουν τον ιό που προκαλεί την COVID-19 να εισέλθουν στα κύτταρά μας», εξηγεί ο δρ Ντέιβιντ Χουάνγκ, καθηγητής ιατρικής κλινικής φροντίδας και επείγουσας ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Πίτσμπουργκ.
Και συνεχίζει: «Όταν αρρωσταίνουμε, ο ιός έχει ένα προβάδισμα στο ανοσοποιητικό μας σύστημα. Αντί λοιπόν να περιμένουμε τον οργανισμό μας να φτιάξει τα δικά του αντισώματα, η έγχυση των μονοκλωνικών αντισωμάτων στο αίμα μας βοηθά το ανοσοποιητικό μας να προλάβει και να εμποδίσει τον ιό προτού να επικρατήσει».
«Τα μονοκλωνικά αντισώματα είναι -το δίχως άλλο- μια βασική στρατηγική που έχουμε χρησιμοποιήσει σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας», λέει από την πλευρά του ο Τζέιμς Κουτρέλ.
Τα περισσότερα μονοκλωνικά αντισώματα δεν παραμένουν για πολύ καιρό στην κυκλοφορία του αίματος. Και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο χρησιμοποιούνται μόνο όταν ένα άτομο έχει μολυνθεί από τον ιό.
Όμως, το μονοκλωνικό αντίσωμα Evusheld (στην ουσία συνδυασμός των δύο μονοκλωνικών αντισωμάτων tixagevimab και cilgavimab) μπορεί να παραμείνει στο αίμα και να παρέχει προστασία για περίπου έξι μήνες. Ο FDA (Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων) συνιστά την παραπάνω επιλογή για ασθενείς που δεν μπορούν να εμβολιαστούν επειδή είναι αλλεργικοί στα συστατικά του εμβολίου ή επειδή είναι τόσο ανοσοκατεσταλμένοι που δεν μπορούν να έχουν επαρκή ανταπόκριση στο εμβόλιο.
Εξακολουθούν να λειτουργούν τα μονοκλωνικά αντισώματα;
Στις αρχές της πανδημίας, τρία μονοκλωνικά αντισώματα, το bamlanivimab, το casirivimab και το imdevimab (τα οποία χορηγούνται μαζί), αλλά και το sotrovimab, αποδείχθηκε ότι μειώνουν τον κίνδυνο νοσηλείας και θανάτου από την COVID-19.
Παρ’ όλα αυτά, η μετάλλαξη Όμικρον εμφάνισε παραλλαγές στην πρωτεΐνη ακίδας που την έκαναν «μη αναγνωρίσιμη» σε δύο από τα τρία αντισώματα, καθιστώντας τα αναποτελεσματικά από τον Ιανουάριο του 2022 και έπειτα. Στην πραγματικότητα, μόνο το μονοκλωνικό αντίσωμα sotrovimab διατήρησε την ικανότητά του να καταπολεμά τη νέα παραλλαγή. Τον Μάρτιο του 2022, όμως, οι δύο νέες υποπαραλλαγές της Όμικρον άρχισαν να επικρατούν και έτσι στις 5 Απριλίου ο FDA ανακοίνωσε ότι ακόμη και το sotrovimab δεν ήταν πλέον αποτελεσματικό.
Κι όμως. Υπάρχει ακόμα μία επιλογή. Τον Φεβρουάριο του 2022, ο FDA ενέκρινε ένα νέο μονοκλωνικό αντίσωμα, το bebtelovimab, το οποίο αποδείχθηκε αποτελεσματικό έναντι της Όμικρον σε μικρές κλινικές δοκιμές.
Μέχρι στιγμής, μια μελέτη, η οποία όμως δεν έχει ακόμη αξιολογηθεί από την επιστημονική κοινότητα, διατείνεται πως το bebtelovimab είναι αποτελεσματικό και απέναντι στις νεότερες υποπαραλλαγές της Όμικρον BA.2.12.1, BA.4 και BA.5. Είναι όμως ασαφές το αν και πώς θα αποδώσει σε μελλοντικές παραλλαγές και υποπαραλλαγές του κορωνοϊού.
Το Evusheld, ο συνδυασμός δηλαδή των μονοκλωνικών αντισωμάτων που χρησιμοποιείται για την πρόληψη αντί για τη θεραπεία της λοίμωξης, φαίνεται πως εξακολουθεί να είναι προστατευτικό, όμως οι πολίτες μπορεί να χρειαστούν πρόσθετες δόσεις.
Όπως εξηγεί ο καθηγητής Κουτρέλ: «Η αχίλλειος πτέρνα των μονοκλωνικών αντισωμάτων είναι ότι τα περισσότερα από αυτά στοχεύουν στο ίδιο μέρος του κορωνοϊού (την πρωτεΐνη ακίδας), για να εμποδίσουν την είσοδο στο κύτταρο. Αυτό το μέρος του ιού όμως είναι και αυτό που αλλάζει με κάθε νέα παραλλαγή που έρχεται».
Paxlovid ή μονοκλωνικά αντισώματα;
Οι κατευθυντήριες γραμμές θεραπείας του Αμερικανικού Ινστιτούτου Υγείας (NIH) συνιστούν πως το Paxlovid πρέπει να είναι η πρώτη επιλογή για τους μη νοσηλευόμενους ασθενείς με υψηλό όμως κίνδυνο σοβαρής νόσησης. Εάν το φάρμακο δεν είναι διαθέσιμο ή το άτομο δεν μπορεί να το πάρει για κάποιο λόγο, θα πρέπει να λάβει θεραπεία με ένα άλλο αντιικό φάρμακο, τη ρεμδεσιβίρη. Εάν δεν υπάρχει επιλογή για κανένα από τα αυτά τα δύο αντιικά φάρμακα, τότε η επόμενη συνιστώμενη θεραπεία είναι με το μονοκλωνικό αντίσωμα bebtelovimab.
Το αντιιικό φάρμακο Paxlovid, το οποίο αποτρέπει την εξέλιξη της νόσου μπλοκάροντας ένα ένζυμο που χρειάζεται ο ιός για να πολλαπλασιαστεί στον ανθρώπινο οργανισμό, εγκρίθηκε τον Δεκέμβριο του 2021. Όταν οι ασθενείς υψηλού κινδύνου έλαβαν το φάρμακο εντός τριών ημερών από την πρώτη εμφάνιση των συμπτωμάτων, η θεραπεία μείωσε την πιθανότητα νοσηλείας και θανάτου κατά 89%.
Επίσης, το Paxlovid, το οποίο κυκλοφορεί σε μορφή χαπιών και οι πολίτες μπορούν να το προμηθευτούν από το φαρμακείο, είναι πιο εύκολο στη λήψη από τα μονοκλωνικά αντισώματα τα οποία δίνονται ενδοφλέβια και απαιτούν νοσοκομειακό περιβάλλον για να χορηγηθούν.
Όμως το αντιικό φάρμακο έχει και αυτό τα μειονεκτήματά του. Είναι γνωστό ότι αλληλεπιδρά με πολλά φάρμακα, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων αντιυπερτασικών, καρδιαγγειακών και ψυχιατρικών φαρμάκων. Αν το φάρμακο που λαμβάνει ένας ασθενής αλληλεπιδρά με το Paxlovid, ο γιατρός μπορεί να συστήσει ένα άλλο αντιικό φάρμακο ή ένα μονοκλωνικό αντίσωμα.
Την ίδια στιγμή, την εμφάνισή τους έχουν κάνει και αναφορές για «λοιμώξεις rebound» -ολοκλήρωση δηλαδή της θεραπείας με το Paxlovid, αρνητικό τεστ αλλά λίγο μετά θετικό αποτέλεσμα. «Ακόμα προσπαθούμε να προσδιορίσουμε πόσο συχνό είναι αυτό και ποια είναι η πλήρης σημασία του», λέει ο Κουτρέλ και συμπληρώνει: «Μέχρι στιγμής, το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC) λέει ότι οι “λοιμώξεις rebound” δεν προκαλούν σοβαρή ασθένεια». Οι κλινικές δοκιμές, πάντως, δεν έχουν ακόμη τεστάρει την ταυτόχρονη λήψη του Paxlovid μαζί με μονοκλωνικά αντισώματα.
Μπορεί η COVID-19 να εξελιχθεί τόσο ώστε να κάνει αναποτελεσματικό και το bebtelovimab;
«Αν υπάρχει κάτι καλό που έχει κάνει η COVID-19, αυτό είναι ότι μας έχει διδάξει την ταπεινοφροσύνη», λέει ο Χουάνγκ και προσθέτει: «Είναι σημαντικό οι ερευνητές να συνεχίσουν να δοκιμάζουν τακτικά την αποτελεσματικότητα των μονοκλωνικών αντισωμάτων έναντι των νέων παραλλαγών του ιού. Οι επιστήμονες θα πρέπει επίσης να συνεχίσουν να αναπτύσσουν νέες εκδόσεις της θεραπείας για να συμβαδίζουν με την εξέλιξη του ιού. Ωστόσο, το πιο σημαντικό απ’ όλα τα όπλα παραμένει ο εμβολιασμός και οι ενισχυτικές του δόσεις, και στη συνέχεια οι λογικές προφυλάξεις έναντι του κορωνοϊού. Το Paxlovid και τα μονοκλωνικά αντισώματα είναι σημαντικά, αλλά παραμένουν δευτερεύοντα στην αντιμετώπιση του ιού».
Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook για να μαθαίνετε όλα τα νέα