Ποιοτικές μεταρρυθμίσεις με λιγότερη λιτότητα και μικρότερες επιβαρύνσεις χωρίς αποκλεισμούς για όλους τους πολίτες: αυτά είναι τα βασικά σημεία του σχεδίου αναβάθμισης της δημόσιας περίθαλψης στην μεταμνημονιακή Ελλάδα των επόμενων ετών, όπως τα περιέγραψε ο υπουργός Υγείας, Ανδρέας Ξανθός, από το Λονδίνο, στο πλαίσιο της τριήμερης επίσκεψής του στη Βρετανία, με αφορμή την συμμετοχή του στο Διεθνές Φόρουμ για την Ψυχική Υγεία, που διοργανώνει το υπουργείο Υγείας της Βρετανίας, υπό την αιγίδα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Ο Έλληνας υπουργός είχε στο Λονδίνο συναντήσεις με εκπροσώπους της ελληνικής επιστημονικής κοινότητας από το χώρο της υγείας και ήταν ο κεντρικός ομιλητής σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Lincoln Centre υπό τη διοργάνωση του Τμήματος Πολιτικής Υγείας του London School of Economics (LSE), με θέμα «Οικονομική κρίση και πολιτική υγείας στην Ελλάδα: προκλήσεις και μεταρρυθμίσεις».
Τη συζήτηση συντόνισε ο καθηγητής Πολιτικής Υγείας του τμήματος, Ηλίας Μόσιαλος, ενώ συμμετείχαν επίσης ο ομότιμος καθηγητής Ψυχιατρικής στο Ινστιτούτο Ψυχιατρικής, Ψυχολογίας και Νευροεπιστήμης του Kings College του Λονδίνου, Νίκανδρος Μπούρας και ο αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής Υγείας του LSE, Πάνος Καναβός.
Αναδιοργάνωση του συστήματος υγείας
Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, ο υπουργός Υγείας αναφέρθηκε σε μια σειρά πρωτοβουλιών που βρίσκονται σε εξέλιξη και αφορούν την αναδιοργάνωση του εθνικού συστήματος υγείας – όπως το δικαίωμα πρόσβασης των ανασφάλιστων σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και νοσηλεία, παρεμβάσεις θεσμικής εξυγίανσης, αυξήσεις σε προϋπολογισμούς για φάρμακα και υπηρεσίες του ΕΟΠΠΥ, η κάλυψη με το ποσό των 40 εκατομμυρίων ευρώ για πρώτη φορά της οδοντιατρικής φροντίδας του παιδικού πληθυσμού, η μείωση των χρόνων αναμονής σε τακτικά εξωτερικά ιατρεία, τμήματα επειγόντων περιστατικών, χειρουργεία – με βασικό στόχο να μειωθούν σταδιακά οι επιβαρύνσεις που έπληξαν τα τελευταία χρόνια τους πολίτες.
«Είμαστε σε μια φάση που μπορούμε να αυξάνουμε σιγά-σιγά τον δημοσιονομικό χώρο για να ενισχύσουμε τη δημόσια υγεία και το κοινωνικό κράτος. Φέτος καταφέραμε να εξασφαλίσουμε για πρώτη φορά μια οριακή αύξηση των κλειστών προϋπολογισμών που υπήρχαν και για το φάρμακο και για άλλες υπηρεσίες του ΕΟΠΠΥ» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Όπως έκανε γνωστό ο κ. Ξανθός στη διάρκεια ενημέρωσης των ανταποκριτών για την επίσκεψή του στην Βρετανία, ο στόχος του υπουργείου Υγείας, σε συνεργασία με το υπουργείο Οικονομικών, είναι σε βάθος τετραετίας το όριο δαπανών για τη δημόσια υγεία να φτάσει το 6% του ΑΕΠ, από το 5,2% που βρίσκεται σήμερα, όταν ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι γύρω στο 7%.
Δραματική περικοπή στις δαπάνες
«Οι δημόσιες δαπάνες υγείας υπέστησαν δραματική περικοπή της τάξης του 40% από την έναρξη της κρίσης. Ήταν 6,8% του ΑΕΠ το 2009 και έπεσαν στο 4,6% του ΑΕΠ το 2014.
Καταφέραμε τα τελευταία χρόνια με μια μικρή αλλά αύξουσα ενίσχυση κάθε χρόνο να τις φτάσουμε στο 5,2%. Αυτό είναι πολύ χαμηλό κατά την άποψη μας, όταν ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι γύρω στο 7%.
Πιστεύουμε ότι με αυτό το όριο δαπανών δεν μπορούμε να ενισχύσουμε όσο χρειάζεται και τη δημόσια περίθαλψη και το κοινωνικό κράτος.
Θα πάμε σε μια σταδιακή ενίσχυση στην προοπτική της σύγκλισης με τους νέους ευρωπαϊκούς όρους και ο στόχος μας είναι σε βάθος 4ετιας να προσεγγίσουμε και να υπερβούμε το 6%.
Αυτό μπορεί να είναι εφικτό με βάση την πρόβλεψη για τον δημοσιονομικό χώρο που θα δημιουργηθεί στα επόμενα χρόνια», δήλωσε.
Για το 2019, ανέφερε ότι προβλέπεται προσαύξηση 2,3%, δηλαδή 92,5 εκατομμύρια ευρώ που θα κατανεμηθούν στον προϋπολογισμό των νοσοκομειακών δαπανών (45 εκ.) στην οδοντιατρική φροντίδα των παιδιών (40 εκ.) και στην ειδική αγωγή (7,5 εκ.).
«Αυτό είναι ένα πρόωρο δείγμα γραφής για το ότι μετά το τέλος του μνημονίου αρχίζει μια σταδιακή υποχώρηση της λιτότητας, που ακόμα είναι παρούσα» τόνισε και παραδέχτηκε ότι υπάρχει ασυμμετρία ανάμεσα στις ανάγκες και τους πόρους.
Σε ότι αφορά το ανθρώπινο δυναμικό και συγκεκριμένα το μόνιμο προσωπικό, ο στόχος του υπουργείου είναι να καλυφθούν τα κενά από τις συνταξιοδοτήσεις – ο κανόνας ένας προς έναν, δηλαδή για κάθε αποχώρηση να προσλαμβάνεται ένας υπάλληλος, θα αρχίσει να ισχύει από το 2019 – καθώς επίσης και τα κενά που δημιουργήθηκαν κατά την περίοδο της κρίσης, και όχι τις κενές θέσεις του συστήματος υγείας, που υπολογίζονται γύρω στις 30.000.
«Σημαντικό think tank» οι Έλληνες γιατροί του εξωτερικού
Ο κ. Ξανθός αναφέρθηκε και στο πρόβλημα της φυγής Ελλήνων επιστημόνων στο εξωτερικό («brain drain») και στην ανάγκη αξιοποίησης του δυναμικού αυτού.
Ιδιαίτερα στον χώρο της υγείας, συγκεκριμένα στο ιατρικό δυναμικό, ανέφερε ότι τα τελευταία οχτώ χρόνια έχουν μεταναστεύσει 18.000 γιατροί, κυρίως προς χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης.
«Αυτή είναι μια πραγματική αιμορραγία για την χώρα μας και δυσκολεύει τις προσπάθειες που κάνουμε να ανασυγκροτήσουμε το εθνικό σύστημα υγείας. Θεωρώ ότι είναι ένα μεγάλο στοίχημα για την χώρα μας, τώρα στη νέα περίοδο μετά την ολοκλήρωση του μνημονιακού προγράμματος και τη λήξη της περιόδου της σκληρής δημοσιονομικής επιτροπείας, να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις να επανακάμψει ένα μέρος τουλάχιστον από αυτό το επιστημονικό δυναμικό», υπογράμμισε.
Το συγκεκριμένο θέμα συζητήθηκε και στη διάρκεια της συνάντησης που είχε ο υπουργός με εκπροσώπους της Ένωσης Ελλήνων γιατρών της Μεγάλης Βρετανίας, όπως και με εκπροσώπους Συλλόγων Μαιών και Νοσηλευτών που ζουν και εργάζονται στη χώρα.
Δίαυλος επικοινωνίας
«Υπήρξε μια διαθεσιμότητα από πλευράς τους να βρεθεί ένας δίαυλος επικοινωνίας για να συνεισφέρουν με τις γνώσεις και την εμπειρία που έχουν αποκτήσει στο βρετανικό σύστημα, σε αυτή την προσπάθεια που γίνεται στην Ελλάδα. Θα προσπαθήσουμε στις διάφορες ομάδες εργασίας και επιτροπές να αξιοποιήσουμε συναδέλφους που είναι πολλά χρόνια στο εξωτερικό και έχουν αξιόλογες θέσεις στις χώρες όπου εργάζονται. Η ελληνική επιστημονική κοινότητα στο εξωτερικό, ειδικά στον τομέα της υγείας, είναι ένα πολύ σημαντικό think tank με το οποίο μπορούμε να βρούμε μια σταθερή διασύνδεση και επικοινωνία, ακόμη και αν δεν υπάρχουν αυτή τη στιγμή προϋποθέσεις επιστροφής», επεσήμανε ο κ. Ξανθός.
Ο υπουργός Υγείας μετέφερε τις ανησυχίες και τους λόγους που διαπίστωσε ότι ωθούν ένα μεγάλο μέρος επιστημόνων να φεύγουν στο εξωτερικό, πέρα από τις χαμηλές αποδοχές και τις δυσκολίες επαγγελματικής απασχόλησης.
«Πραγματικά θεωρούν ότι δεν υπάρχει στην Ελλάδα ένα οργανωμένο πλαίσιο που να αφορά την ιατρική εκπαίδευση, τη δυνατότητα συνεχούς επιστημονικής εξέλιξης και εξειδίκευσης, που να δίνει περισσότερες ευκαιρίες ανέλιξης άξιων επιστημόνων και συμμετοχής σε ερευνητικά προγράμματα. Να λειτουργήσουν αποτελεσματικά σε ένα θεσμικό πλαίσιο που ευνοεί την αξιοκρατία και την σύγχρονη επιστημονική γνώση» είπε.
Οικογενειακός γιατρός
Ο κ. Ξανθός υπερασπίστηκε, επίσης, τον θεσμό του οικογενειακού γιατρού, λέγοντας ότι είναι απόλυτα αναγκαίος για το σύστημα υγείας της Ελλάδας, καθώς υπήρχε ένα μεγάλο έλλειμμα στο πεδίο της πρωτοβάθμιας φροντίδας και στο πεδίο της πρόληψης και της αγωγής υγείας.
«Διεκδικούμε διευρυμένο ρόλο και παρουσία του δημόσιου συστήματος υγείας και στην πρωτοβάθμια φροντίδα και αυτό εκλαμβάνεται από κάποιους επαγγελματίες υγείας ως απειλή. Κατά την άποψή μας είναι μία αυτονόητη προοπτική ανάπτυξη του συστήματος υγείας, κάτι το οποίο έχουν κάνει όλες οι ευρωπαϊκές χώρες και φυσικά το βρετανικό δημόσιο σύστημα υγείας, όπου ο οικογενειακός γιατρός (GP) είναι το σημείο επαφής με το σύστημα» τόνισε.
Ο υπουργός παραδέχθηκε τις καθυστερήσεις στα χρονοδιαγράμματα σε ό,τι αφορά την λειτουργία των Τοπικών Μονάδων Υγείας (ΤΟΜΥ).
«Προφανώς έχουμε προβλήματα και καθυστερήσεις και είμαστε πίσω στα χρονοδιαγράμματα που είχαμε παρουσιάσει, υπάρχει μία αντικειμενική δυσκολία να βρεθούν γιατροί λόγο του brain drain… έχουμε δυσκολίες να βρούμε κτίρια για να στεγάσουμε τις νέες δομές, υπάρχει δυσλειτουργία στην δημόσια διοίκηση στη χώρα μας» πρόσθεσε.