Σε σοβαρή «πληγή» για τους ασθενείς και τις οικογένειές τους αναδεικνύεται τελικά ο καρκίνος του μαστού, προκαλώντας υπέρογκες οικονομικές επιβαρύνσεις στο 78,8% των νοικοκυριών των ασθενών σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος και στο 35,3% των χωρών με υψηλό εισόδημα.
Σύμφωνα με τα ευρήματα μελέτης που δημοσιεύονται στο JAMA Network, οι ασθενείς με καρκίνο μαστού διεθνώς κινδυνεύουν από εξουθενωτικές δαπάνες στα νοικοκυριά τους. Η έρευνα κάνει λόγο για αναγκαίες πολιτικές περίθαλψης που θα αντισταθμίζουν το βάρος των άμεσων ιατρικών δαπανών, με επέκταση της κάλυψης από τα συστήματα υγείας, αλλά και των έμμεσων δαπανών με παρεμβάσεις για την κάλυψη των μετακινήσεων των ασθενών ή τη φροντίδα των παιδιών για ευάλωτους ασθενείς που αντιμετωπίζουν τους σχετικούς κινδύνους.
Όπως τονίζει η έρευνα από το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, το Ινστιτούτο Έρευνας των Ηνωμένων Εθνών της Γενεύης, το Ίδρυμα Παγκόσμιας Χειρουργικής της Γενεύης και το Κέντρο Υγειονομικής Πολιτικής του τμήματος Χειρουργικής του Πανεπιστημίου Ανν Άρμπορ του Μίσιγκαν, οι ασθενείς με καρκίνο του μαστού διατρέχουν υψηλό κίνδυνο οικονομικής τοξικότητας εξαιτίας της ανάγκης για ελέγχους, διαγνώσεις, διεπιστημονική υγειονομική φροντίδα, διαρκή παρακολούθηση, παραμέτρους που επηρεάζουν την οικονομική ασφάλεια.
Στην μελέτη συμπεριελήφθησαν 34 άρθρα, εκ των οποίων τα 24 αφορούσαν χώρες υψηλού εισοδήματος με το καθένα εξ αυτών να περιλαμβάνει από 5 μέχρι 2.445 άτομα με σημαντική ετερογένεια.
Οικονομική «τοξικότητα»
Η οικονομική «τοξικότητα» της νόσου κυμάνθηκε μεταξύ του 27,3% και 44,4% στις χώρες υψηλού εισοδήματος και μεταξύ 60,4-90% στις χώρες χαμηλού και μέσου εισοδήματος, όταν μέχρι στιγμής η οικονομική τοξικότητα από το σύνολο των ασθενειών που έχει καταγραφεί στις τελευταίες, κυμαίνεται μεταξύ 6-12%.
Σε σύγκριση με άλλες χρόνιες παθήσεις, οι ασθενείς με καρκίνο βρίσκονται αντιμέτωποι με υψηλότερες απ΄ ευθείας ιδιωτικές πληρωμές (άμεσες πληρωμές από την τσέπη τους).
Όμως οι ασθενείς με καρκίνο μαστού σχετίζονται με υψηλό κίνδυνο οικονομικής τοξικότητας εξαιτίας της ανάγκης για ελέγχους, διαγνώσεις, διεπιστημονική υγειονομική φροντίδα, διαρκή παρακολούθηση, παραμέτρους που επηρεάζουν την οικονομική ασφάλεια.
Και ενώ υπάρχουν μετρήσεις για τις χώρες υψηλού εισοδήματος, οι ερευνητές τονίζουν ότι στις χαμηλού και μέσου εισοδήματος χώρες, η φτώχεια δεν επιτρέπει την πρόσβαση στο σύστημα υγείας, οδηγώντας σε καθυστερημένες διαγνώσεις και υψηλότερη θνησιμότητα.
Οι μελέτες
Οι μελέτες που αναλύθηκαν ήταν κυρίως από τις ΗΠΑ (19), τον Καναδά (3), τη Νότια Κορέα (1) και τη Δανία (1). Από την Κίνα ήταν 2 μελέτες, άλλες δύο από την Ινδία, μία από την Αϊτή και από μία μελέτη από την Κένυα, Νιγηρία, Αίγυπτο και Ιράν, ενώ μία επιπλέον εξέταζε πολλές χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας.
Στο 58,8% των μελετών αναφέρθηκε η ύπαρξη ασφάλισης υγείας, με καθολική κάλυψη στην Κίνα, την Νότια Κορέα, την Κένυα και τον Καναδά. Μικτή δημόσια και ιδιωτική ασφάλιση υπάρχει στις ΗΠΑ και το Ιράν. Στην Ινδία και Νοτιοανατολική Ασία ελάχιστοι ασθενείς είχαν ασφάλιση και οι περισσότεροι από αυτούς πλήρωσαν όλες τις υπηρεσίες οι ίδιοι.
Οικονομικά, το 24,3% των ασθενών ήταν στη χαμηλότερη κατηγορία.
Σε 18 μελέτες καταγράφηκε η οικονομική τοξικότητα με την ιατρική δαπάνη να ξεπερνά το 40% της οικονομικής δυνατότητας του νοικοκυριού ή και του εισοδήματός του συνολικά. Οι απευθείας πληρωμές ξεπεράσαν το 30% του ετήσιου εισοδήματος του νοικοκυριού.
Υποκειμενικές και αντικειμενικές μελέτες
Πέντε μελέτες χρησιμοποίησαν υποκειμενικά κριτήρια οικονομικής δυσκολίας των ασθενών, ορίζοντας την οικονομική τοξικότητα με την καταφατική απάντηση των ασθενών στο να έχουν οικονομική δυσκολία, να δυσκολεύονται να πληρώνουν ιατρικούς λογαριασμούς, να πληρώνουν περισσότερα για ιατρική περίθαλψη από ό,τι αντέχουν οικονομικά ή εάν οι ίδιοι οι ασθενείς θέτουν θέμα οικονομικού βάρους. Σε 4 μελέτες, οι ασθενείς ανέφεραν συγκεκριμένες, αντικειμενικές οικονομικές συνέπειες της θεραπείας της ασθένειάς τους, όπως την απώλεια εισοδήματος ή ακόμη και της εργασίας, αλλαγή στην οικογενειακή κατάσταση, ανάγκη δανεισμού, δυσκολία κάλυψης των αναγκών τροφής ενοικίου ή μεταφοράς ή ακόμη και παραίτηση από κάθε είδους θεραπείας λόγω κόστους.
Η μελέτη που αξιολόγησε την ποιότητα ζωής διαπίστωσε ότι το 47,5% των ασθενών βρισκόταν σε επισιτιστική ανασφάλεια, το 66% χρειαζόταν οικονομική βοήθεια, το 34% χρησιμοποίησε τις αποταμιεύσεις του για να πληρώσει για τη θεραπεία και το 41,2% δεν είχε καν αποταμιεύσεις.
Η τεράστια παγκόσμια επιβάρυνση από την οικονομική τοξικότητα των νεοπλασμάτων δεν προκαλεί έκπληξη, καθώς η απαραίτητη θεραπεία είναι δαπανηρή, χρειάζεται διεπιστημονική συνεργασία σε εξειδικευμένες εγκαταστάσεις, παρατεταμένη παρακολούθηση, κόστος μεταφοράς και αναρρωτική άδεια. Αυτές οι επιβαρύνσεις συχνά συσχετίζονται με δυσμενή κλινικά αποτελέσματα και αυξημένη θνησιμότητα.
Ιδιωτικές πληρωμές
Ωστόσο, η οικονομική επιβάρυνση του καρκίνου του μαστού είναι ακόμη μεγαλύτερη από την αντίστοιχη άλλων μορφών καρκίνου, με σημαντικά υψηλότερες απ΄ ευθείας ιδιωτικές πληρωμές από αυτές που καταβάλλονται για τον καρκίνο του παχέος εντέρου, του πνεύμονα και του προστάτη μαζί.
Σε επίπεδο συστημάτων, η Ογκολογική Επιτροπή Lancet έδειξε ότι ο καρκίνος του μαστού ήταν ο πιο ακριβός καρκίνος στις ΗΠΑ το 2010, αντιπροσωπεύοντας 16,5 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, ή το 13% του συνόλου των δαπανών που σχετίζονται με τον καρκίνο.
Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook για να μαθαίνετε όλα τα νέα