- Γράφει η Αθανασία Παππά
Η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας είναι το σημείο πρώτης επαφής του πολίτη/ασθενή με το σύστημα υγείας και περιλαμβάνει τη δυνατότητα άμεσης ανάληψης υπεύθυνης δράσης σε οποιοδήποτε πρόβλημα παρουσιάζει, είτε ως μέρος μιας υπάρχουσας σχέσης ιατρού-ασθενή είτε όχι.
Αντιμετωπίζοντας τον ασθενή, ο οικογενειακός ιατρός μπορεί να κάνει την κατάλληλη παραπομπή σε άλλους ιατρούς, επαγγελματίες υγείας και κοινοτικές υπηρεσίες. Η οικογενειακή ιατρική αποτελεί το σημείο της πρώτης επαφής για την πλειοψηφία των ανθρώπων που αναζητούν φροντίδα υγείας, περιλαμβάνει συνέχεια στη φροντίδα των ασθενών για μακρά χρονική περίοδο, τόσο για την νόσο όσο και για την υγεία, αποτελεί εξαιρετικά προσωποποιημένο τύπο φροντίδας.
Στην παροχή πρωτοβάθμιας φροντίδας, απαντώνται πολλές περιπτώσεις ασαφών νοσολογικών καταστάσεων. Ο οικογενειακός ιατρός συχνά αντιμετωπίζει σύνθετα προβλήματα παρά συγκεκριμένα νοσήματα.
Ο ιατρός θα πρέπει να είναι ικανός να κάνει καθολική εκτίμηση της κατάστασης του ατόμου, χωρίς το άτομο να υποβάλλεται σε μάταια διερεύνηση, διαδικασίες και αγωγές.
Μείωση του κινδύνου
Η πρόληψη μπορεί να οριστεί ως το μέσον για την προαγωγή της υγείας ή την αποτροπή της ασθένειας. Αυτή ασχολείται με την απομάκρυνση ή τη μείωση κινδύνου, την έγκαιρη διάγνωση, την έγκαιρη αντιμετώπιση, τον περιορισμό των επιπλοκών, περιλαμβανομένων και των ιατρογενών και τη μέγιστη υποστήριξη στην αναπηρία.
Η προαγωγή της υγείας αποσκοπεί στη υποστήριξη υγιών ατόμων να εκπαιδευτούν και να υιοθετήσουν υγιείς συμπεριφορές και να αναλάβουν την ευθύνη για την ευεξία τους.
Μια προληπτική στάση συνεπάγεται ότι ο ιατρός κατανοεί και μπορεί να αξιοποιήσει όλες τις δυνατότητες πρόληψης σε κάθε συνάντηση με τον ασθενή στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, σε κάθε ευκαιρία που του δίνεται. Επίσης ο ιατρός λαμβάνει την ευκαιρία να τροποποιήσει την συμπεριφορά του ασθενή σχετικά με την υγεία του, να προσφέρει εκπαίδευση σχετικά με τη νόσο του και να προαγάγει την υγεία, συσχετίζοντας την παρούσα κατάσταση του ασθενή με την προηγούμενη μη υγιεινή συμπεριφορά του. Την διακρίνουμε σε πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή πρόληψη.
Πρωτογενής και δευτερογενής πρόληψη
Η πρωτογενής πρόληψη περιλαμβάνει τις όλες τις απαραίτητες δράσεις για την αποτροπή της εμφάνισης της νόσου. Αυτή έχει ως αποτέλεσμα να μην εκδηλωθεί η νόσος. Αυτές περιλαμβάνουν: εμβολιασμό έναντι λοιμωδών νόσων, υγιεινή για τη διατήρηση καθαρών παροχών ύδατος, αλλαγές για να τροποποιηθούν παράγοντες της καθημερινής ζωής που είναι γνωστό ότι συνδέονται με νόσους, πχ η διακοπή του καπνίσματος, η υγιεινή και ισορροπημένη δίαιτα, η σωματική άσκηση κτλ.
Η δευτερογενής πρόληψη περιλαμβάνει δράσεις για την διακοπή, την επιβράδυνση της εξέλιξης ή την υποτροπή μιας νόσου. Ο όρος συνήθως εφαρμόζεται σε μέτρα για τη αντιμετώπιση της νόσου σε πρώιμο στάδιο πχ στη προσυμπτωματική φάση, έτσι ώστε η θεραπεία να μπορεί να αρχίσει πριν προκύψουν ανεπανόρθωτες βλάβες.
Τριτογενής πρόληψη
Η τριτογενής πρόληψη περιλαμβάνει την αντιμετώπιση μιας ήδη εγκατεστημένης νόσου, ώστε να μειωθεί στο ελάχιστο η ενδεχόμενη αναπηρία. Ο όρος αυτός συνήθως εφαρμόζεται στη διαδικασία αποκατάστασης που είναι απαραίτητη για να επαναφέρει τον ασθενή στο καλύτερο δυνατό επίπεδο προσαρμογής, όταν έχει ήδη προκληθεί μη αναστρέψιμη βλάβη.
Η θεραπευτική ιατρική εμπίπτει μέσα στους ορισμούς της δευτερογενούς και τριτογενούς πρόληψης, ενώ τα μέτρα δημόσιας υγιεινής κυρίως αφορούν στην πρωτογενή πρόληψη.
Οι ιατροί μπορούν να υποστηρίξουν την πρόληψη μέσω της εκπαίδευσης (αγωγή υγείας), της άσκησης πολιτικής πίεσης ή της συνεργασίας με κοινωνικούς φορείς.
Η επιτυχημένη άσκηση της ιατρικής εξαρτάται από μια σειρά ικανοτήτων που απαιτείται να έχει ένας ιατρός. Αυτές οι ικανότητες περιλαμβάνουν κλινικές, διαγνωστικές, διαχειριστικές, επικοινωνιακές, εκπαιδευτικές, θεραπευτικές και συμβουλευτικές γνώσεις και δεξιότητες.
Επικοινωνιακές δεξιότητες
Οι επικοινωνιακές δεξιότητες αποτελούν κομβικό σημείο στην άσκηση της ιατρικής και η ανάλογη εκπαίδευση είναι ουσιώδης στη δημιουργία σχέσης ιατρού-ασθενή. Η ικανότητα της επικοινωνίας είναι απαραίτητη για τη λήψη ενός καλού ιστορικού. Το ιστορικό αποτελεί κατ’ επέκταση τον ακρογωνιαίο λίθο της διάγνωσης και κατά συνέπεια της θεραπείας. Ο ιατρός ακολουθεί 4 βασικά βήματα για την ορθή λήψη του ιστορικού.
Αυτά είναι: α) ο λόγος της συγκεκριμένης επίσκεψης του ασθενή, β) το ατομικό αναμνηστικό (προηγούμενα χειρουργεία, υπάρχουσες χρόνιες παθήσεις, ιδιαίτερα ενοχλήματα κλπ.), γ) το οικογενειακό αναμνηστικό (παθήσεις συγγενών πρώτου βαθμού, θάνατοι, ηλικία θανάτων, τέκνα και κατάσταση της υγείας τους κλπ.), δ) Η μαίευση κάθε ανείπωτης κατάστασης που βαραίνει τον ασθενή (φόβοι θανάτου, κατάθλιψη, μοναξιά, σχέσεις, σεξουαλικότητα κλπ.).
Στην σημερινή κατάσταση στην οποία ο ασθενής περιπλέκεται στη ζούγκλα των υπηρεσιών υγείας, απαιτείται ένα έμπιστο και εστιασμένο σημείο αναφοράς. Δεν υπάρχει καταλληλότερο από αυτό του οικογενειακού ιατρού. Αναλαμβάνει ολοκληρωτικά την ευθύνη για την ευμάρεια του ασθενή και παρεμβαίνει για το συμφέρον του. Οι εξειδικευμένοι ιατροί, με αντικείμενο ένα όργανο, ένα σύστημα ή μία νόσο, χρειάζονται εξαιρετικά ικανούς γενικούς ιατρούς. Στους οποίους βασίζονται για την ορθή πρώτη διάγνωση καθώς και την χρόνια παρακολούθηση και κατ’ οίκον φροντίδα.
- Η Αθανασία Παππά είναι πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Αντιρευματικού Αγώνα (EΛ.Ε.ΑΝ.Α.).
Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook για να μαθαίνετε όλα τα νέα