Μια νέα μελέτη αποδεικνύει ότι τα οιστρογόνα, οι γυναικείες αυτές ορμόνες έχουν καθοριστικό επίσης ρόλο και στις ανδρικές ημικρανίες, όπως επισημαίνει δημοσίευμα στο επιστημονικό έντυπο Neurology.
Σύμφωνα με την επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημιακού Ιατρικού Κέντρου του Λέιντεν στην Ολλανδία, που έθεσε υπό ιατρική παρακολούθηση 17 άνδρες με ημικρανίες (περίπου 3 φορές τον μήνα και κατά μέσο όρο 47 ετών), είχαν υψηλότερα επίπεδα οιστρογόνου μεταξύ των ημικρανιών. Κανείς από αυτούς δεν λάμβανε φάρμακα που να επηρεάζει τα επίπεδα των ορμονών τους.
Τα άτομα αυτά συγκρίθηκαν με 22 άνδρες χωρίς ημικρανίες. Όλοι είχαν φυσιολογικό βάρος, ίδια ηλικία και Δείκτη Μάζας Σώματος.
Οι ερευνητές μέτρησαν τα επίπεδα της οιστραδιόλης (οιστρογόνο) και της τεστοστερόνης στο αίμα των εθελοντών, από δείγματα αίματος που είχαν συλλέξει τέσσερις φορές την ημέρα από κάθε άτομο με διαφορά τριών ωρών. Στα άτομα με ημικρανία, το πρώτο δείγμα αίματος είχε ληφθεί σε ημέρα χωρίς ημικρανία και έπειτα καθημερινά μέχρι να εκδηλώσουν ημικρανικό επεισόδιο.
Από την ανάλυση προέκυψε ότι οι άνδρες με ημικρανίες είχαν υψηλότερα επίπεδα οιστρογόνου μεταξύ των ημικρανιών, 97 pmol/L συγκριτικά με 69 pmol/L στην ομάδα ελέγχου, ενώ τα επίπεδα της τεστοστερόνης ήταν όμοια και στις δύο ομάδες.
Αυτό συντελούσε σε χαμηλή αναλογία τεστοστερόνης προς τα οιστρογόνα μεταξύ των ημικρανιών, 3,9 στους άνδρες με ημικρανίες συγκριτικά με 5,0 στους άνδρες χωρίς.
Τα επίπεδα της τεστοστερόνης αυξάνονταν 24 ώρες πριν από την ημικρανία, σε όσους είχαν συμπτώματα, όπως κόπωση, μυϊκή δυσκαμψία και λιγούρες.
Επίσης, όταν οι εθελοντές ρωτήθηκαν για συμπτώματα που σχετίζονται με σχετική ανεπάρκεια τεστοστερόνης, όπως η διάθεση, η ενέργεια και οι σεξουαλικές διαταραχές, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι άνδρες με ημικρανίες ανέφεραν συχνότερα τέτοια συμπτώματα και αυτά ήταν σοβαρότερα. Συνολικά το 61% των ανδρών με ημικρανίες ανέφερε τη σχετική συμπτωματολογία συγκριτικά με το 27% της ομάδας ελέγχου.
Ο ακριβής ρόλος των οιστρογόνων στις ανδρικές ημικρανίες και κατά πόσο η διακύμανση τους επηρεάζονται από την δραστηριότητα του συγκεκριμένου τύπου κεφαλαλγίας, όπως στις γυναίκες, πρέπει να διερευνηθεί σε επόμενη μελέτη.